Γιάννης Οικονόμου – Βουλευτής Ν.Φθιώτιδας

Παρέμβαση Γ. Οικονόμου στη Βουλή: Έρχεται άμεση ρύθμιση εξαίρεσης της εγκατάστασης φωτοβολταϊκών, που επιδοτούνται από το πρόγραμμα «Φωτοβολταϊκά στο χωράφι», από το ποσοστό κάλυψης σε γη υψηλής παραγωγικότητας – Ανάσα για αγρότες στη Φθιώτιδα και πανελλαδικά

Η παρέμβαση του Βουλευτή ΝΔ Φθιώτιδας και πρώην Υπουργού, Γιάννη Οικονόμου, με επίκαιρη ερώτηση προς το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας έφερε την άμεση παρέμβαση της Κυβέρνησης με νομοθετική ρύθμιση που δρομολογείται σε συνεργασία με το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων για ένα ζήτημα που απασχολεί αγρότες από τη Φθιώτιδα.

Όπως απάντησε η Υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Αλεξάνδρα Σδούκου, η Κυβέρνηση προτίθεται να φέρει άμεσα ρύθμιση εξαίρεσης από το ποσοστό κάλυψης σε γη υψηλής παραγωγικότητας των δικαιούχων του προγράμματος «Φωτοβολταϊκά στο χωράφι»

Ο Γ. Οικονόμου ανέφερε στην πρωτολογία του ότι «η αντιμετώπιση του αυξημένου κόστους παραγωγής για τους αγρότες μας είναι ένας από τους κρισιμότερους παράγοντες για την ανθεκτικότητα του πρωτογενούς τομέα και την επιβίωση του αγροτικού κόσμου. Ιδιαίτερα σε μια συγκυρία που η κλιματική αλλαγή μας φέρνει αντιμέτωπους με πρωτοφανής συνθήκες που δυσκολεύουν δραματικά την αγροτική παραγωγή. Ένας από τους βασικούς συντελεστές κόστους είναι η ενέργεια. Είναι αλήθεια ότι η κυβέρνηση μας έχει τα τελευταία χρόνια με μια σειρά παρεμβάσεων δώσει μεγάλες ανάσες θα έλεγα στους παραγωγούς τόσο σε ότι αφορά το ρεύμα και με την πλήρη απορρόφηση των αυξήσεων την περίοδο της εκρηκτικής ανόδου των τιμών αλλά και με την περσινή μας παρέμβαση που εξασφάλισε εγγυημένη τιμή ρεύματος 9-11 λεπτά για 2 χρόνια και χαμηλή τιμή για άλλα 8 χρόνια, όσο και με την μονιμοποίηση της επιστροφής του ΕΦΚ για το αγροτικό πετρέλαιο
Όμως είναι τέτοια η πίεση που δέχονται οι παραγωγοί και τόσο πολλές οι αβεβαιότητες που η ανάγκη για περισσότερες πηγές αντιμετώπισης του ενεργειακού κόστους είναι διαρκής. Για αυτό και είναι εξαιρετικά χρήσιμο και εύστοχο το πρόγραμμα φωτοβολταϊκά στο χωράφι.

Το πρόγραμμα επιχορηγεί τους αγρότες για την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών συστημάτων για αυτοκατανάλωση με ή χωρίς αποζημίωση της πλεονάζουσας ενέργειας.

Έχουν βγει οι οριστικοί πίνακες με τους εγκεκριμένους και έχουν περιθώριο 2 μήνες ( μέχρι 8/01/25) να καταθέσουν αίτηση στο ΔΕΔΔΗΕ για οριστική προσφορά σύνδεσης (αν χωράνε στο δίκτυο). Ωστόσο στην Φθιώτιδα κατά το στάδιο αυτό λαμβάνουν απορριπτική απάντηση από το ΔΕΔΔΗΕ εξαιτίας των περιορισμών που υφίστανται για την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σε γη υψηλής παραγωγικότητας. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι κανένας παραγωγός στην Φθιώτιδα από τους 300 που υπέβαλαν αιτήσεις δεν θα μπορέσει να αξιοποιήσει το πρόγραμμα. Εδώ υπάρχει ένα παράδοξο. Οι επιλέξιμοι ωφελούμενοι στο πρόγραμμα επαγγελματίες αγρότες θα έφτιαχναν το φ/β στο χωράφι τους – αξιοποιώντας το πρόγραμμα – για να μειώσουν το κόστος χρήσης της γεώτρησής τους, που βρίσκεται εντός της παραγωγικής τους εκμετάλλευσης δηλαδή σε γη υψηλής παραγωγικότητας. Κι όμως μένουν εκτός επειδή έχει ξεπεραστεί το όριο του 1%. Προτίθεται η κυβέρνηση να εξαιρέσει την εγκατάσταση των φωτοβολταϊκών που επιδοτούνται μόνο από το συγκεκριμένο πρόγραμμα «Φωτοβολταϊκά στο χωράφι» , από τους περιορισμούς που υπάρχουν για τη γη υψηλής παραγωγικότητας αντιμετωπίζοντας αυτή την παραδοξότητα και δίνοντας έτσι άλλο ένα εργαλείο στους παραγωγούς μας να αντιμετωπίσουν το κόστος παραγωγής».

Η κ. Σδούκου από την πλευρά της, ευχαρίστησε τον Γιάννη Οικονόμου για το γεγονός ότι ανέδειξε μέσα από την ερώτησή του ένα ζήτημα που δεν είχε τεθεί υπόψη του ΥΠΕΝ και αφορά πολλούς αγρότες, ενώ σημείωσε ότι για την αντιμετώπισή του κρίνεται αναγκαίο η Κυβέρνηση να φέρει μια ρύθμιση.

Τόνισε, χαρακτηριστικά, ότι το όριο στη Φθιώτιδα και σε άλλες έξι Π.Ε. της Ελλάδας έχει καλυφθεί και προς αυτή την κατεύθυνση, η Κυβέρνηση, θα παρέμβει προσεχώς με νομοθετική ρύθμιση.

Ο Γιάννης Οικονόμου, στη δευτερολογία του, σημείωσε ότι «η απάντηση θα γίνει δεκτή με ικανοποίηση και ανακούφιση από τον αγροτικό κόσμο. Δείχνει ότι η Κυβέρνηση μας έχει τα αντανακλαστικά αλλά και την αντίληψη ότι όπου παρατηρούνται παραδοξότητες αυτές μπορούμε να τις διορθώνουμε. Να τις διορθώνουμε με τρόπο που να είναι απολύτως συμβατός με την φιλοσοφία της πολιτικής μας αλλά και με το σκεπτικό σχεδιασμού των εργαλείων που υποστηρίζουν και υπηρετούν την φιλοσοφία αυτή.

Το πρόγραμμα «Φωτοβολταϊκά στο χωράφι» σχεδιάστηκε για να δώσει στους παραγωγούς μας την δυνατότητα ενός ακόμη τρόπου μείωσης του κόστους παραγωγής. Η αξιοποίηση του εργαλείου αυτού είναι αδύνατον να γίνει μακριά από την γη υψηλής παραγωγικότητας που κατά κανόνα αξιοποιούν.

Τώρα, που η πολιτική απόφαση έχει ληφθεί, μένει τα δύο Υπουργεία, Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, να συνεργαστούν και να φέρουν γρήγορα την ρύθμιση γιατί οι προθεσμίες τρέχουν. Με την ευκαιρία θα ήθελα να σταθώ και σε κάτι άλλο, το αναφέρατε και εσείς στην απάντηση σας και προσωπικά το θεωρώ σημαντικό.

Είπατε και σωστά ότι θα φέρετε ρύθμιση εξαίρεσης από τη γη υψηλής παραγωγικότητας ΜΟΝΟ για το συγκεκριμένο πρόγραμμα. Και είναι πάρα πολύ σωστός αυτός ο περιορισμός. Τα χωράφια, η καλλιεργήσιμη γη και μάλιστα αυτή της υψηλής παραγωγικότητας κα υπουργέ πρέπει να αξιοποιείται για να παράγουμε τρόφιμα και ζωοτροφές. Δεν υποτιμώ καθόλου την ανάγκη ανάπτυξης των ΑΠΕ και την θετική τους επίδραση στο ενεργειακό μείγμα αλλά και στην οικονομία της χώρας.

Από την άλλη όμως πρέπει να κατανοήσουμε τους κινδύνους που συνεπάγεται ανεξέλεγκτή μετάβαση από την καλλιέργεια σε φ/β και τις πολλαπλές αρνητικές συνέπειες για την επισιτιστική μας ασφάλεια, την παραγωγική μας ικανότητα και την δημογραφική κατάσταση στην ελληνική περιφέρεια. Ειδικά όταν μιλάμε για τον ελληνικό πρωτογενή τομέα που χαρακτηρίζεται από σειρά διαρθρωτικών αδυναμιών όπως ο κατακερματισμένος κλήρος και η συνεχώς μειούμενη καλλιεργήσιμη γη η μέριμνα για να μην χάνονται εκτάσεις που μπορούν να έχουν παραγωγική δυνατότητα τόσο μέσω αυστηρών ορίων αλλά και ελέγχων για την τήρηση τους, όσο και κινήτρων για να εξακολουθούν να μένουν σε παραγωγική διαδικασία, είναι όρος επιβίωσης του αγροτικού κόσμου αλλά και αναγκαία προϋπόθεση της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής γεωργίας».

Skip to content